Υλοτομία


Η σημαντικότερη σήμερα παρέμβαση που καθορίζει τη μορφή και τη σύνθεση των δασών της περιοχής, είναι η υλοτομία. Η σχετική της σημασία αυξάνεται, όσο μειώνεται αντίστοιχα τις τελευταίες δεκαετίες η πίεση της βόσκησης. Στη συνέχεια γίνεται εκτίμηση του βαθμού υλοτόμησης της περιοχής, ανά περίοδο, ανά σύμπλεγμα και ανά είδος.


1.  Ως το 1945

Όπως φαίνεται από τις μαρτυρίες που συγκεντρώθηκαν από τους κατοίκους (βλ. Παραδοτέο 6), ως τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν και ο πληθυσμός στην περιοχή έφτανε στο ζενίθ του, η υλοτομία ασκούταν κυρίως ως συμπληρωματική δραστηριότητα, δίπλα στη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι κάτοικοι υλοτομούν χωρίς την αυστηρή επίβλεψη κάποιου κρατικού φορέα. Η υλοτόμηση γίνεται ατομικά / οικογενειακά για τις καθημερινές ανάγκες αλλά και συστηματικά / ομαδικά για ξυλεία που πωλούνταν σε εμπόρους. Τα ξύλα μεταφέρονταν με μουλάρια και μεταφορτώνονταν σε φορτηγά. Οι έμποροι αγόραζαν κατόπιν εκ των προτέρων συμφωνιών. Η υλοτόμηση παρήγαγε:

(α) Κλαδιά ως καύσιμη ύλη (από όλα τα είδη αλλά κυρίως από το πεύκο) για τα τζάκια στο σπίτι της κάθε οικογένειας. 

(β) Ξυλεία ιτιάς που χρησιμοποιούνταν για παραγωγή κάρβουνου αλλά και πωλούνταν στο εμπόριο.

(γ) Ξυλεία Οξιάς και Δρυός που χρησιμοποιούνταν για καύσιμη ύλη στα σπίτια αλλά και πωλούνταν στο εμπόριο για καυσόξυλα.

(δ) Ξυλεία πεύκου από την οποία παρήγαγαν δαδιά και τα εμπορεύονταν οι ίδιοι στο Νεστόριο.

(ε) Ξυλεία από πεύκο και έλατο που χρησιμοποιούνταν για κατασκευή επίπλων και εργαλείων αλλά και βασικά πωλούνταν στο εμπόριο. Προπολεμικά έβγαζαν αυτήν την ξυλεία μόνο σε μορφή «κολώνας», δηλ. δυνατούς και στρογγυλεμένους κορμούς μεγάλου μήκους.

Ποσοτικά στοιχεία για τις ατομικές ανάγκες δεν υπάρχουν πουθενά, αλλά είναι εύκολο να υποθέσουμε ότι οι 200 περίπου οικογένειες που ζούσαν στα 3 χωριά της περιοχής, χρειαζόταν τουλάχιστον 2-3 κυβικά μέτρα ξυλά κάθε έτος (βλ. μαρτυρίες με Παραδοτέο 6), κάτι που αντιστοιχεί σε έναν συνολικό όγκο της τάξης των 500 m3 το χρόνο. Σε αυτά πρέπει να προσθέσουμε την ξυλεία που κατέληγε στο εμπόριο.

Κάποιες ποιοτικές περιγραφές και λιγοστές ποσοτικές πληροφορίες για την υλοτόμηση των δασών της περιοχής ως το 1945, αλιεύθηκαν και από τις Διαχειριστικές Μελέτες, ανά Σύμπλεγμα:


Σύμπλεγμα Δημόσιου Δάσους Κοτύλης

Σύμφωνα με τη ΔΜ του 1963, ως το 1935 η διαχείριση ήταν υποτυπώδης και περιοριζόταν σε ορισμένες θέσεις όπου λειτουργούσαν υδροπρίονα, η ύπαρξη των οποίων υποδεικνύεται ακόμα από τα σχετικά τοπωνύμια. Το 1935 ιδρύονται οι πρώτοι υλοτομική συνεταιρισμοί, οπότε οι υλοτομήσεις εντατικοποιούνται, ενώ επιλέγουν κυρίως τα μεγάλης διαμέτρου. Τις ίδιες διαπιστώσεις αναπαράγουν και οι επόμενες μελέτες. Τα ΦΠΣ της ΔΜ του 1963 δίνουν κάπως πιο σαφής πληροφορίες για την κατάσταση της κάθε συστάδας, χωρίς προσδιορίζουν προφανώς το χρόνο που έγιναν οι αντίστοιχες παρεμβάσεις. 


Σύμπλεγμα Δημοτικού Δάσους Κοτύλης

Η πρώτη διαθέσιμη ΔΜ για το σύμπλεγμα (1986), αναφέρει τα εξής: «Για τη διαχειριστική ιστορία του δασοκτήματος, δεν έχουμε κανένα θετικό στοιχείο. Φαίνεται όμως ότι κατά τα τέλη του περασμένου αιώνα έγινε μια μεγάλη αφαίμαξη του ξυλικού κεφαλαίου του δάσους, ιδίως στις διαχειριστικές κλάσεις της Δρυός, της Οξιάς και λιγότερο της Μ. Πεύκης. (…) Γίνονταν σχεδόν αποψιλωτικές υλοτομίες κατά θέσεις με εξαίρεση μόνο τα τεχνικά ακατάλληλα άτομα και τις απρόσιτες θέσεις. Λόγω των υλοτομιών αυτών, το δάσος βρέθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα (…) σχεδόν εξαντλημένο από ώριμο ξυλώδη όγκο. Ό,τι ώριμο έμεινε ήταν μερικές συστάδες στις ψηλότερες θέσεις και απρόσιτες πλαγιές, σποραδικά δε σε όλη την αποψιλωθείσα έκταση μερικές ομάδες οι οποίες κρίθηκαν τότε ακατάλληλες (…) Την αποψίλωση του εδάφους και την αραίωση του δάσους συμπλήρωσαν οι επιλογικές υλοτομίες για τις ανάγκες των συμμαχικών στρατευμάτων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και τέλος οι λαθροϋλοτομίες των κατοίκων της κοινότητας οι οποίες συνεχίζονταν και μέχρι πριν από λίγα χρόνια (σ.28-29)».

Η αποψίλωση στην περιοχή είναι μάλλον γεγονός, αφού όπως αναφέρθηκε παραπάνω, όταν στη δεκαετία του 1960 διαχωρίστηκε το Δημόσιο Δάσος της περιοχής από τις κοινοτικές εκτάσεις, όλες οι δασικές εκτάσεις συμπεριλήφθηκαν σε αυτό. Όταν αργότερα, λόγω της εγκατάλειψης, οι ανοιχτές κοινοτικές εκτάσεις της περιοχής άρχισαν να δασώνονται, μπήκε σταδιακά σε διαχείριση και το εν λόγω σύμπλεγμα. Επίσης, είναι μάλλον σωστή η εκτίμηση ότι η αποψίλωση κορυφώθηκε από τα τέλη του 19ου ως τις αρχές του 20ου αιώνα, όσο αυξανόταν ο πληθυσμός της περιοχής και η πίεση της βόσκησης. Ωστόσο, είναι μάλλον πιθανό ότι ξεκίνησε αρκετές δεκαετίες νωρίτερα.

Πάντως, η ίδια μελέτη διευκρινίζει αμέσως ότι «παρόλα αυτά αποψίλωση του εδάφους δεν έγινε. Ολόκληρη σχεδόν η επιφάνεια που αποψιλώθηκε αναγεννήθηκε και τη θέση των παλαιών συστάδων κατέλαβε η νεόφυτη αναγέννηση που εξελίχθηκε στο σημερινό δάσος». Το σημείο καμπής, όπου η αποψίλωση υποχώρησε και κυριάρχησε η αναγέννηση, είναι δύσκολο, αλλά πολύ ενδιαφέρον να διευκρινιστεί.

Κάποιες ενδείξεις για αυτό μπορούμε να αποκομίσουμε από τη φωτοερμηνεία της αεροφωτογραφίας του 1945, εντός του Συμπλέγματος του Δημοτικού Δάσους Κοτύλης.

Στην α/φ του 1945 οι ανοιχτές εκτάσεις καλύπτουν ακόμα σημαντικό ποσοστό, ωστόσο ήδη κυριαρχούν οι δασικές εκτάσεις. Οι δασικές εκτάσεις αυτές βέβαια, φαίνεται να είναι ακόμα σχετικά αραιές, νέες και ανώριμες: μόνο το 27% είναι δασοσκεπείς, ενώ τα μισά περίπου δέντρα (43%) χαρακτηρίζονται ως νεαρά. Χαρακτηριστική είναι επίσης η έντονη παρουσία της αμιγούς Μαύρης Πεύκης, η οποία υποδεικνύει ότι αυτή έχει μόλις εγκατασταθεί σε πρώην ανοιχτές εκτάσεις. Τα λιγοστά ώριμα δάση και κυρίως οι ενώσεις της Οξιάς πρέπει να βρίσκονται στις απρόσιτες θέσεις που αναφέρει η μελέτη παραπάνω και για αυτό να επιβίωσαν. Η εικόνα του 1945 τελικά, υποδεικνύει μια περιοχή που βρίσκεται ήδη σε σταδιακή αναγέννηση. Όπως άλλωστε σημειώθηκε στο σχετικό κεφάλαιο του Παραδοτέου 4, κατά τη φωτοερμηνεία του 1945 εντοπίστηκαν λιβάδια και χωράφια που έμοιαζαν να έχουν ήδη εγκαταλειφθεί. Βέβαια, μέρος αυτών των αλλαγών συνέβησαν την πενταετία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν τμήμα του πληθυσμού διέκοψε αναγκαστικά την καλλιέργεια. Το διάστημα αυτό ωστόσο δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την εικόνα.

Οι ενδείξεις αυτές υποδεικνύουν ότι η μείωση του πληθυσμού -και μαζί η πίεση της βόσκησης και της υλοτόμησης- έχει αρχίσει πριν τη δεκαετία του 1940. Μια σειρά γεγονότων, ξεκινώντας από τους πολέμους της δεκαετίας του 1910, την ανταλλαγή πληθυσμών το 1920, την έναρξη της μετανάστευσης από την περιοχή τη δεκαετία του 1930 (βλ. Παραδοτέο 6), συνάδει με αυτή την εικόνα. Η εκτίμηση αυτή ωστόσο έρχεται σε σύγκρουση με τα διαθέσιμα δημογραφικά στοιχεία (βλ. Παραδοτέο 6), που δείχνουν τον πληθυσμό να φτάνει στο μέγιστο στην απογραφή του 1940. Είναι πιθανό συνεπώς οι αριθμοί αυτοί να είναι υπερεκτιμημένοι, για μια σειρά λόγων, κάτι που μένει να διευκρινιστεί.


Δημόσιο Δάσος Νότιου Γράμμου

Η Διαχειριστική Μελέτη του 1975 κάνει μια φιλότιμη προσπάθεια να συγκεντρώσει ποιοτικές εκτιμήσεις και τα οποία διαθέσιμα ποσοτικά στοιχεία για την προηγούμενη διαχείριση της περιοχής. Τα συμπεράσματά της αφορούν ουσιαστικά το σύνολο της περιοχής έρευνάς μας, αφού ως τον πόλεμο δεν διακρίνονται ακόμα τα δύο άλλα συμπλέγματα (Δημόσιο και Δημοτικό Κοτύλης).

Αρχικά, σημειώνεται κι εδώ (σ.23) ότι «παλαιότερα το δάσος υφίστατο μεγάλες ζημιές κυρίως από την ανεξέλεγκτη υπερβόσκηση, τις πυρκαγιές, τις εκχερσώσεις, την άτακτη ξύλευση, την κλαδονομή (…) Οι ζημιές αυτές, έντονες την εποχή της τουρκοκρατίας, άρχισαν να ελαττώνονται κάπως μετά την απελευθέρωση», δηλαδή το 1912. Η μείωση της βόσκησης, των εκχερσώσεων, της υλοτόμησης μετά το 1912, αν ισχύει, θα πρέπει να αποδοωθεί περισσότερο στη μείωση του πληθυσμού και των δραστηριοτήτων του, παρά στον αυστηρότερο κρατικό έλεγχο, ο οποίος, όπως σημειώσαμε παραπάνω και όπως συντείνουν όλες οι μελέτες, ήταν μάλλον υποτυπώδης. Από αυτή τη σκοπιά, η εκτίμηση αυτή συνάδει με την υπόθεση που διατυπώθηκε παραπάνω, ότι δηλαδή το μέγιστο του πληθυσμού πρέπει να αναζητηθεί αρκετά πριν τη δεκαετία του 1940.

Σε σχέση ειδικότερα με την υλοτομία, εκτιμάται ότι ήταν περιορισμένη, λόγω της απόστασης από τα αστικά κέντρα. Έτσι, η υλοτόμηση περιορίζονταν κυρίως στην ξύλευση των κατοίκων για τις ατομικές ανάγκες, η οποία και πραγματοποιούταν κυρίως στα πιο προσιτά μέρη του δάσους, κυρίως της Δρυός. Σημειώνει ωστόσο ότι εκχερσώσεις και πυρκαγιές με στόχο τη δημιουργία αγροτικής γης, γίνονταν σε μεγάλη κλίμακα παλιότερα, ιδίως την περίοδο της τουρκοκρατίας.

Για την περίοδο 1912 ως τον πόλεμο και μετά δίνει μια αρκετά καλή περιγραφική εικόνα της υλοτόμησης:

«Το δημόσιο δάσος … διαχειρίζετο προσωρινά, σαν διακατεχόμενο από διάφορες οικογένειες Τουρκαλβανών (…) Κατά την 5ετία 1931-1935 τα δάση Πευκόφυτου και Μυροβλήτη διαχειρίζοντο βάσει καταρτισθέντων πινάκων υλοτομίας. Κατά την 15ετία 1935-1950 τα δάση αυτά δεν είχαν για την διαχείρισή τους, ούτε διαχειριστική έκθεση, ούτε πίνακες υλοτομίας, εντούτοις διαχειρίζοντο από ξυλεμπόρους ενοικιαστές στις θέσεις εκείνες, όπου ήταν προσιτή και εύκολη η εκμετάλλευσή τους λόγω ελλείψεως δασοδρόμων.

Ιδιαίτερα τα δάση Μ. Πεύκης των Κοινοτήτων Πευκόφυτου και Μυροβλήτη κατά την 15ετία αυτή εκμεταλλεύτηκαν από τους ξυλεμπόρους Καστοριάς, του αδελφούς Ι. Στάθη, βάσει μισθώσεως που είχαν συνάψει με τους διακατόχους τους Τουρκαλβανούς. Με τη σύμβαση μίσθωσης που είχαν συνάψει οι ενοικιαστές – ξυλέμποροι εδικαιούντο να υλοτομούν κορμούς Μ. Πεύκης και Ελάτης, χωρίς προσήμανση, μέσης, ανωτέρας και ανωτάτης κλάσης διαμέτρου και χωρίς κανέναν περιορισμό ή μέθοδο διαχείρισης.

Η επεξεργασία της παργόμενης ξυλείας γίνοταν τότε σε 4 υδροπρίονα που λειτουργούσαν σε διάφορες θέσεις μέσα στα δάση Πευκόφυτου και Μυροβλήτη. Λόγω του τρόπου αυτού υλοτομίας, όπου κατά τύχη δημιουργούντο ανάλογα ψιλά υλοτόμια (κέντρα αναγέννησης).

Οι συστάδες Οξιάς, λόγω της ευτελούς τότε αξίας που είχε το ξύλο τους κατά την εποχή εκείν, δεν υλοτομούντο από τους ενοικιαστές και γι’ αυτό έχουν την μεγάλη σημερινή ηλικία (…) Μέσα στις μικτές συστάδες Οξιάς – Μ. Πεύκης – Ελάτης υλοτομούντο μόνο τα άτομα των κωνοφόρων».

Πέρα από την περιγραφή, παρατίθενται και κάποια ενδεικτικά ποσοτικά στοιχεία:

-       Το 1926, βάση μελέτης, λήφθηκαν 2.000 μ3 ξυλεία Πεύκης.

-       Το 1934, βάση μελέτης, λήφθηκαν επίσης 2.000 μ3 ξυλείας Μ. Πεύκης

Συνδυάζοντας τα παραπάνω στοιχεία και εκτιμήσεις, μπορούμε να κάνουμε την υπόθεση για τις δεκαετίες πριν το πόλεμο, υλοτομούνταν περίπου ανά δεκαετία σε όλη την περιοχή:

-       5.000 - 10.000 m3 Δρυς, για ατομικές ανάγκες και εμπόριο, αναλογικά από όλη την περιοχή, αλλά σε μεγαλύτερη ένταση, λόγω πυκνότητας πληθυσμού, στο Δημόσιο Κοτύλης.

-       1.000 - 3.000 m3 Οξιά, για ατομικές ανάγκες κι εμπόριο ξυλοκάρβουνου, αναλογικά από όλη την περιοχή, αλλά σε μεγαλύτερη ένταση, λόγω πυκνότητας πληθυσμού, στο Δημόσιο Κοτύλης

-       5.000-10.000 m3 κωνοφόρων, κυρίως Μ. Πεύκης και ένα μικρό ποσοστό Ελάτης, ως τεχνική ξυλεία (κυρίως από τις ανώτερες κλάσεις διαμέτρου), κυρίως από το Νότιο Γράμμο.

Σύνολο: 15.000 – 25.000 m3 ανά δεκαετία.

Ο όγκος αυτός δεν αφαιρούνταν αναλογικά από όλη την περιοχή, αλλά κυρίως από τα προσβάσιμα σημεία. Μια ακριβή ένδειξη για το ποια ήταν αυτά, προσφέρουν όπως αναφέρθηκε οι παλιές θέσεις των υδροπρίονων. Μπορέσαμε να συλλέξουμε 3 από αυτές, με μόνο εντός της περιοχής – σε θέση πράγματι κατάλληλο για υλοτομία Μ. Πεύκης.

Μια λιγότερη σαφή, αλλά πιο εκτενή εικόνα μας δίνει το δίκτυο των δρόμων του 1945, όπως αποκαταστάθηκε από τη φωτοερμηνεία:


2.  Από το 1945 ως σήμερα

Περίοδος 1945-1955

Η περίοδος αυτή σημαδεύτηκε, και όσο αφορά την υλοτομία, από τον Εμφύλιο Πόλεμο και τις επιπτώσεις του. Όπως όλες οι διαχειριστικές αναφέρουν, εκτενείς υλοτομήσεις πραγματοποιούνται για τη λήψη ξυλείας για τις ανάγκες των μαχών (κατασκευή οχυρώσεων, πυροβολείων, κτηρίων κοκ). Οι υλοτομήσεις αυτές ήταν σαφώς επιλεκτικές, επιλέγοντας τα κωνοφόρα των μεγαλύτερων διαμέτρων. Εξάλλου, κάποιες εκτάσεις αποψιλώνονται για λόγους στρατιωτικούς (εγκατάσταση ναρκοπεδίων, εξασφάλιση ορατότητας στις οχυρωμένες θέσεις, πεδία βολής).

Οι περιοχές που έλαβαν χώρα οι υλοτομήσεις και οι αποψιλώσεις θα πρέπει να αναζητηθούν ξανά κοντά στα μέτωπα της περιοχής όπως περιγράφηκαν παραπάνω, δηλαδή κυρίως γύρω από την Παλιά Κοτύλη. Οι πρώτες διαχειριστικές αναφέρουν κάποιες συστάδες που υπέστησαν εκτενείς υλοτομήσεις την περίοδο του Εμφυλίου και τα επόμενα χρόνια. Στα Συμπλέγματα του Δημόσιου και του Δημοτικού Δάσους Κοτύλης, τα οποία όπως σημειώσαμε βρισκόνταν στον πυρήνα του πεδίου των μαχών, οι επιλεκτικές υλοτομήσεις φαίνεται ότι αφορούσαν το σύνολο σχεδόν της προσβάσιμής τους έκτασης. Στο Δημόσιο Δάσος του Νότιου Γράμμου οι επιπτώσεις ήταν σαφώς μικρότερες. Στη Διαχειριστική του 1975 αναφέρονται έντονες υλοτομήσεις σε 8 από τις 90 συστάδες (20, 23b, 25, 26b, 27b, 30d, 35c, 39d, 42b). Κατά τα άλλα, οι έκτακτες συνθήκες της περιόδου του Εμφυλίου, με την υποχρεωτική εκκένωση των χωριών, θα έπαψε αναμενόμενη την κανονική υλοτόμηση που πραγματοποιούνταν ως τότε.

Μετά τη λήξη του Εμφυλίου, η -μερική- επανεγκατάσταση των κατοίκων στους χτυπημένους οικισμούς αύξησε την ανάγκη για τεχνική ξυλεία. Στη Διαχειριστική Μελέτη του 1963 αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι το 1952 στη Συστάδα 23α (στη νέα αρίθμηση η περιοχή αντιστοιχεί στις Συστάδες 25α και 25β) κόπηκαν όλα τα μεγάλα έλατα για την κατασκευή των σπιτιών στη Νέα Κοτύλη. Το ίδιο συνέβη σε κάποιο βαθμό σε όλες τις εναπομείνασες συστάδες των κωνοφόρων των συμπλεγμάτων της Κοτύλης, και με μικρότερη ένταση στα κωνοφόρα γύρω από τη Χρυσή και την Κοτύλη.

Ποσοτικές εκτιμήσεις (κατ’ όγκο) για την υλοτομούμενη ξυλεία σε αυτή την περίοδο δεν γίνονται από τις Διαχειριστικές Μελέτες και ούτε μπορούν εύκολα να προκύψουν. Η εύλογη υπόθεση είναι ότι σε τέτοιες ακραίες πολεμικές συνθήκες, τα είδη και οι κλάσεις διαμέτρου που απαιτούνται, υλοτομούνται μάλλον καθολικά στις προσβάσιμες περιοχές. 


Περίοδος 1955-1965

Στην περίοδο μετά τη μερική επανεγκατάσταση των κατοίκων, η περιοχή επανέρχεται σε μία σχετική κανονικότητα, με την τοπική οικονομία να κινείται με τρόπο σχετικά αντίστοιχο με τον προπολεμικό. Βέβαια, ο συνολικός πληθυσμός έχει ήδη ξεκινήσει να μειώνεται: από το μέγιστο των 1000-1300, κοντά στους 800 κατοίκους -αν συνυπολογίσουμε και τους κατοίκους της Νέας Κοτύλης πια- στις αρχές της δεκαετίες του ’50. Η μείωση συνεχίζεται τις επόμενες δεκαετίες κατά 10% ανά δεκαετία. Αντίστοιχα προφανώς μειώνονται και οι ατομικές ανάγκες για ξυλεία θέρμανσης.

Μια άλλη καθοριστική παράμετρος που περιόρισε την υλοτομία σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο είναι τα ναρκοπέδια που άφησαν πίσω τους οι μάχες του Εμφυλίου, τα οποία κατέστησαν μεγάλες εκτάσεις της περιοχής μη προσβάσιμες για δεκαετίες. 

Παράλληλα, ξεκινά σταδιακά η κρατική οργάνωση της εκμετάλλευσης των δασών της περιοχής, μέσα από τη σύνταξη 10ετών κυρίως Διαχειριστικών Μελέτων. Παρότι οι περίοδοι των Μελετών ανά σύμπλεγμα είναι διαφορετικές, θα συνεχίσουμε να εξετάζουμε τα δεδομένα ανά 10ετία, με στόχο να συγκρίνονται οι εξελίξεις στα 3 διαφορετικά συμπλέγματα και να αντιστοιχηθούν πιο εύκολα με τις μετέπειτα ανάγκες του έργου.

Δημόσιο Δάσος Κοτύλης

Η ΔΜ του 1991 μας παρέχει συγκεκριμένα στοιχεία για την ποσότητα που λήφθηκε τα έτη 1963-1965, με βάση τη Μελέτη που συντάχθηκε το 1963:

-       Πεύκη – Ελάτη: 5.480 m3

-       Οξιά: 692 m3

Κάποιες επιπλέον ποσότητες μπορεί να λήφθηκαν και τα προηγούμενα χρόνια.

Δημόσιο Δάσος Νότιου Γράμμου

Όπως σημειώνει η Διαχειριστική Μελέτη του Νότιου Γράμμου του 1975 «από το έτος 1952, η εκμετάλλευση των δασών όλου του Γράμμου ανετέθη από το τότε Δασαρχείο Καστοριάς στους δασικούς συνεταιρισμούς της περιοχής (…) Κάτω από το νέο αυτό καθεστώς, από το έτος 1954 το μελετώμενο δάσος διαχειρίζεται σαν δημόσιο, με βάση την πρώτη διαχειριστική έκθεση του δημοσίου, που συντάχθηκε (…) για την 10ετία 1954-1964. Κατά τα διαχειριστικά έτη 1956-1957 και 1957-1958 η διαχείριση των δασών αυτών έγινε με πίνακες υλοτομίας και απελήφθησαν μόνο 450 μ3 ξυλείας Μ. Πεύκης. Κατά την πενταετία 1957-1962 συνετάγη διαχειριστική μελέτη (…) και απελήφθησαν μόνο 992 μ3 ξυλείας Μ. Πεύκης και 587 μ3 ξυλείας Οξιάς. (…) Το 1955 συνετάγη (…) Διαχειριστική έκθεση, βάσει της οποίας απελήφθησαν αποκλειστικά τηλεγραφικοί στήλοι». Νέα διαχειριστική μελέτη συντάχθηκε στη συνέχεια για τη 10ετία 1958-1968 και παρατάθηκε μέχρι το 1974. Ο όγκος όμως που προβλεπόταν από αυτή φαίνεται ότι υλοτομήθηκε κυρίως στη δεκαετία 1965-1975, καθώς ολοκληρωνόταν η διάνοιξη νέων δασικών δρόμων.

Το μετέπειτα Σύμπλεγμα του Δημοτικού Δάσος Κοτύλης παρέμενε εκείνη την περίοδο ελαφρά δασωμένο, όπως σημειώθηκε παραπάνω.

Συνδυάζοντας τα παραπάνω, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής ελάχιστες εκτιμήσεις για την δεκαετία 1955-1965:

-       4.000 - 8.000 m3 Δρυς, για ατομικές ανάγκες και εμπόριο,

-       2.000 - 3.000 m3 Οξιά, για ατομικές ανάγκες και εμπόριο,

-       8.000 - 12.000 m3 Μ. Πεύκης και Ελάτης, ως τεχνική ξυλεία

Σύνολο: 14.000 – 23.000 m3.


Περίοδος 1965-1975

Τις επόμενες δεκαετίες, συνεχίζεται η μείωση του πληθυσμού, ο δραστικός περιορισμός της κτηνοτροφίας και της γεωργίας, ενώ εντείνεται η οργάνωσης της εκμετάλλευσης των δασών. Όπως με επίταση ζητά ο συντάκτης της Διαχειριστικής Μελέτης του 1963, η περιοχή πρέπει να αλλάξει παραγωγικό χαρακτήρα και να στραφεί από την «καταστροφική» κτηνοτροφία στη σύγχρονη υλοτομία.

Η διαχείριση των δασών γίνεται σταδιακά μέσα από τη σύνταξη και υλοποίηση Διαχειριστικών Μελετών. Από εδώ και πέρα λοιπόν, μπορούμε να βασιζόμαστε στα στοιχεία των Μελετών για τον ποσοτικό προσδιορισμό της υλοτομημένης ξυλείας. Βέβαια, οι δυσκολίες της χαμηλής προσβασιμότητας και της ύπαρξης ναρκοπεδίων παραμένουν, οπότε οι προβλέψεις των Διαχειριστικών Μελετών σε μεγάλο βαθμό δεν υλοποιούνται. Το Δημοτικό Δάσος Κοτύλης παρέμενε ακόμα εκτός διαχείρισης.

Δημόσιο Δάσος Κοτύλης

Η ΔΜ του 1991 μας παρέχει συγκεκριμένα στοιχεία, και μάλιστα ανά συστάδα για τον όγκο που όντως υλοτομήθηκε στην περίοδο 1966-1975:

-       Πεύκη – Ελάτη: 7.590 m3

-       Οξιά: 7.791 m3

Τα δρυοδάση είναι ακόμα αρκετά υποβαθμισμένα για να παρέχουν αξιόλογη ξυλεία και τίθενται εκτός διαχείρισης.

Δημόσιο Δάσος Νότιου Γράμμου

Σύμφωνα με τη Διαχειριστική Μελέτη του 1975, κατά την περίοδο αυτή, στο Δημόσιο Δάσος Νότιου Γράμμου εφαρμόστηκε το μεγαλύτερο μέρος της προαναφερόμενης Διαχειριστικής του 1958. Έτσι, «από τα 7.203 Ha δασοσκεπούς έκτασης απελήφθηκε ποσό 46.000 μ3 ξυλώδους όγκου». Μέρος αυτής της ξυλείας υλοτομήθηκε μάλλον και μετά το 1975. Σε σχέση με τον χωρικό προσδιορισμό, στα ΦΠΣ αναφέρονται 7 συστάδες που υλοτομήθηκαν στα χρόνια 1972-1974.

Συνδυάζοντας τα παραπάνω, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής ελάχιστες εκτιμήσεις για την δεκαετία 1955-1965:

-       25.000-35.000 m3 Οξιά, για ατομικές ανάγκες και εμπόριο,

-       25.000-35.000 m3 Μ. Πεύκης και Ελάτης, ως τεχνική ξυλεία

Σύνολο: 50.000 – 62.000 m3.


Περίοδος 1975-1985

Δημόσιο Δάσος Κοτύλης

Η Διαχειριστική Μελέτη του 1991 μας παρέχει τα παρακάτω στοιχεία για την περίοδο 1976-1982:

-       Οξιά: 1.832 m3

-       Πεύκη: 3.334 m3                      

-       Ελάτη: 265 m3

Μια προσαύξηση κατά 30% μπορεί να δώσει μια αντίστοιχη εκτίμηση για όλη τη περίοδο αναφοράς. Τα δρυοδάση είναι ακόμα αρκετά υποβαθμισμένα για να παρέχουν ξυλεία και τίθενται εκτός διαχείρισης.

Δημόσιο Δάσος Νότιου Γράμμου

Σύμφωνα με τη Διαχειριστική Μελέτη του 1995, η μελέτη που συντάχθηκε για τη δεκαετία 1975-1984 δεν εφαρμόστηκε, λόγω κυρίως της «ύπαρξης πλήθους ναρκοπεδίων μέσα στις προτεινόμενες για διαχείριση συστάδες». Το ίδιο ίσχυσε ως το 1993. Έτσι, όπως αναφέρει, «στο διάστημα της 10ετίας 1975-1984 η διαχείριση … έγινε αποσπασματικά με ετήσιους πίνακες υλοτομίας». Ποσοτικά στοιχεία για αυτή την περίοδο δεν έχουμε, αλλά από τα παραπάνω προκύπτει ότι το λήμμα ήταν μάλλον περιορισμένο, πιθανά μικρότερο από αυτό της προηγούμενης περιόδου.

Το Δημοτικό Κοτύλης παραμένει ακόμα εκτός διαχείρισης.


Περίοδος 1985-1995

Δημόσιο Δάσος Κοτύλης

Η Διαχειριστική Μελέτη του 2005 μας παρέχει τα παρακάτω στοιχεία για την περίοδο 1991-1995, πάντα εντός της περιοχής:

-       Οξιά: 3.000 m3

-       Πεύκη: 7.979 m3                      

-       Ελάτη: 681 m3

Μια προσαύξηση κατά 50% μπορεί να δώσει μια αντίστοιχη εκτίμηση για όλη τη περίοδο αναφοράς. Τα δρυοδάση είναι ακόμα αρκετά υποβαθμισμένα για να παρέχουν ξυλεία και τίθενται εκτός διαχείρισης.

Δημόσιο Δάσος Νότιου Γράμμου

Σύμφωνα με τη Διαχειριστική Μελέτη του 1995 κατά το διάστημα της 10ετίας 1985-1994 συνεχίστηκε να εφαρμόζεται η διαχείριση μέσω πινάκων υλοτομίας της δεκαετίας 1984-1994. Για αυτή τη περίοδο ωστόσο, διαθέτει και τα σχετικά ποσοτικά στοιχεία. Υλοτομίες πραγματοποιήθηκαν σε 20 από τις 90 συστάδες και ο συνολικός όγκος ξυλείας που λήφθηκε είναι:      

-       Οξιά: 20.322 m3

-       Πεύκη: 18.506 m3                    

-       Ελάτη: 2.383 m3

-       Δρυς 8.728 m3

Δημοτικό Δάσος Κοτύλης

Αυτή την περίοδο, με βάση τη Διαχειριστική Μελέτη του1984, μπαίνει για πρώτα φορά προς υλοτόμηση και το δασωμένο πια σύμπλεγμα του Δημοτικού Δάσους Κοτύλης. Υλοτομήθηκαν 9 από τις 16 συστάδες που βρίσκονται εντός της περιοχής έρευνας και η ξυλεία που λήφθηκε είναι:

-       Πεύκη: 4.479,19 m3                 

-       Ελάτη: 11 m3

-       Δρυς 2.608 m3


Περίοδος 1995-2005

Δημόσιο Δάσος Κοτύλης

Η Διαχειριστική Μελέτη του 2005 μας παρέχει τα παρακάτω στοιχεία για την περίοδο 1995-2001, πάντα εντός της περιοχής:

-       Οξιά: 4.215 m3

-       Πεύκη: 12.138 m3                    

-       Ελάτη: 2.832 m3

-       Δρυς 215 m3

Μια προσαύξηση κατά 40% μπορεί να δώσει μια αντίστοιχη εκτίμηση για όλη τη περίοδο αναφοράς.

Δημόσιο Δάσος Νότιου Γράμμου

Από τη δεκαετία αυτή και μετά, η διαχείριση του συμπλέγματος έχει γίνει κανονική και διαχειρίζεται η πλειονότητα των συστάδων. Στα έτη αναφοράς, με βάση τα στοιχεία της Διαχειριστικής του 2010, το λήμμα φτάνει τα:           

-       Οξιά: 45.055 m3

-       Πεύκη: 45.949 m3                    

-       Ελάτη: 5.721 m3

-       Δρυς 9.945 m3

Δημοτικό Δάσος Κοτύλης

Κι εδώ η διαχείριση έχει κανονικοποιηθεί και ασκείται πια στην πλειοψηφία των συστάδων. Το λήμμα φτάνει τα:

-       Οξιά: 1 m3

-       Πεύκη: 4.040,5 m3                   

-       Δρυς 587 m3


Περίοδος 2005-2015

Δημόσιο Δάσος Κοτύλης

Για την τελευταία περίοδο, διαθέτουμε από την πρόσφατη Διαχειριστική (2015) τα παρακάτω στοιχεία για την περίοδο 2005-2012:

-       Οξιά: 7.910 m3

-       Πεύκη: 21.199,3 m3                 

-       Ελάτη: 6.256 m3

-       Δρυς 53 m3

Μια αντίστοιχη προσαύξηση 30% για τα τελευταία 3 χρόνια μπορεί να δώσει μια εκτίμηση για το σύνολο. Τα νούμερα αυτά είναι κοντά (περίπου 10-20%) μεγαλύτερα από τις προβλέψεις της προηγούμενης Διαχειριστικής για την Οξιά, την Πεύκη και την Ελάτη, αλλά πολύ μικρότερα για τη δρυ.         

Δημόσιο Δάσος Νότιου Γράμμου            

Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη του 2018, το λήμμα το διάστημα 2008-2017 ήταν:

-       Οξιά: 44.723,6 m3

-       Πεύκη: 55.513 m3                    

-       Ελάτη: 18.617,2 m3

-       Δρυς 7.336 m3                                                                                     

Δημοτικό Δάσος Κοτύλης

Σύμφωνα ξανά με τη διαχειριστική του 2018, το λήμμα την τελευταία 10ετία φτάνει τα:

-       Οξιά: 1.726 m3

-       Πεύκη: 9.538 m3

-       Ελάτη: 141 m3

-       Δρυς 2.589 m3


Τελικά συμπεράσματα

Συγκεντρώνοντας όλα τα παραπάνω στοιχεία κι εκτιμήσεις, προέκυψαν τα διαγράμματα που εμφανίζονται στον χάρτη.

Σε γενικές γραμμές, βλέπουμε μια προβλέψιμη αυξητική πορεία του λήμματος, ανάλογη της πορείας δάσωσης της περιοχής. Στην τελευταία δεκαετία, συγκρίνοντας το λήμμα με τον υπολογισμένο όγκο, βλέπουμε μια αναμενόμενη σχέση της τάξης του 7-10% ανά συστάδα και σύμπλεγμα.


Περισσότερα:

Νικήσιανης Ν., Παλάσκας Δ., Αντωνιάδου Σ., Νούσκα Π., Μπάντιου Ε., Τσιάρας Δ.,. Κωνσταντίνου Δ., Πουλής Γ., 2020. Χαρτογράφηση, επεξεργασία & ερμηνεία αποτελεσμάτων. Παραδοτέο 7. 151 Σελίδες + Παράρτημα

https://ecotimemachine.gr/wp-content/uploads/2022/03/Del7_ekthesi.pdf