Δασικές εκτάσεις
Η σημερινή εξάπλωση των δασών στην περιοχή έρευνας
Σήμερα, η περιοχή έρευνας είναι μια κατ’ εξοχήν δασική περιοχή. Όπως φάνηκε από τη φωτοερμηνεία, οι δασικές εκτάσεις καλύπτουν συνολικά το 71,25% της περιοχής, με μέσο βαθμό κάλυψης από δέντρα 85%.
Συγκριτικά, την πυκνότερη κάλυψη την έχει η ζώνη της Οξιάς και κυρίως τα δάση Οξιάς και Οξιάς – Ελάτης. Τα δάση της Δρυός όμως έχουν πια επίσης μεγάλη κάλυψη και ξεπερνάνε μάλιστα αυτά της Πεύκης και της Ελάτης, γεγονός που αποτυπώνει μάλλον ότι η βασική πίεση στην περιοχή δεν είναι πια η βόσκηση, αλλά η υλοτομία.
Πανοραμική εικόνα των δασών της περιοχής, με κυρίαρχη τη Μ. Πεύκη (σκούρο πράσινο) και την Οξιά (ανοιχτό). Στο βάθος οι χιονισμένες Αρένες
Η εικόνα αυτή μπορεί να συγκριθεί με την αντίστοιχη που δίνουν οι πρόσφατες Διαχειριστικές Μελέτες για τα δασικά συμπλέγματα που βρίσκονται εντός της περιοχής έργου. Εκεί, το σύνολο των πλήρως και μερικώς δασοσκεπών εκτάσεων, εκτιμάται σε 73,2%. Το ποσοστό αυτό είναι πολύ κοντά με το αντίστοιχο ποσοστό που υπολογίστηκε μέσω της φωτοερμηνείας.
Όπως περιγράφεται αναλυτικά στα αντίστοιχα επίπεδα – σελίδες, τα 4 βασικά δασικά είδη της περιοχής είναι η Μαύρη Πεύκη, η Οξιά, η Δρυς κι η Ελάτη, τα οποία απαντώνται σε αμιγή δάση ή σε διάφορες μίξεις μεταξύ τους, με σημαντικότερες ενώσεις τις εξής:
- Αμιγής Μ. Πεύκη 1502,39 ha 13,95%
- Οξιά – Μ. Πεύκη 1375,1 ha 12,77%
- Δρύς – Μ. Πεύκη 1194,09 ha 11,09%
- Αμιγής Δρυς 1009,61 ha 9,38%
- Αμιγής Οξιά 968,57 ha 9,00%
- Οξιά – Ελάτη 862,53 ha 8,01%
- Ελάτη – Μ. Πεύκη 94,18 ha 4,59%
Η σχετική αφθονία των 4 βασικών ειδών εκτιμήθηκε με διαφορετικές μεθόδους (εκτίμηση ποσοστού κυριαρχίας κατά τη φωτοερμηνεία, ποσοστό σχετικής πυκνότητας από τα δεδομένα των δειγματοληψιών των Διαχειριστικών Μελέτων και των νέων δειγματοληψίων, εκτίμηση κυριαρχίας από τις Διαχειριστικές Μελέτες, βλ. αναλυτικά Παραδοτέο 7, κεφ. 2.2). Συνδυάζοντας αυτές τις διαφορετικές προσεγγίσεις, μπορούμε να προτείνουμε μια κατανομή της σχετικής αφθονίας όπως η παρακάτω
- Μ. Πεύκη 33-42%
- Οξιά 30-30%
- Δρυς 14-19%
- Ελάτη 10-14%
Εκτός από τα 4 αυτά είδη, στα δάση της περιοχής συμμετέχουν πολλά ακόμα δασικά, δενδρώδη είδη. Τα σημαντικότερα από αυτά, όπως καταγράφηκαν κατά τη δική μας επιτόπια έρευνα και δειγματοληψίες, καθώς και όπως αναφέρονται στα Φύλλα Περιγραφής Συστάδας των Διαχειριστικών Μελέτων, είναι τα εξής:
1. Juniperus sp. - Άρκευθος
2. Acer sp. (κυρίως Acer pseudoplatanus – Σφενδάμι ή Ψευτοπλάτανος)
3. Carpinus orientalis. – Γάβρος
4. Ostrya carpinifolia – Οστρυά
5. Salix caprea - Γιδοϊτιά
6. Ulmus sp. - Φτελιά
7. Sorbus sp. - Σορβιά
8. Crataegus sp. - Κράταιγος
9. Cornus mas - Κρανιά
10. Pyrus sp. – (κυρίως Pyrus Pyraster, Γκορτσιά)
11. Fraxinus sp. - Φράξος
12. Coryllus avelana - Φουντουκιά
13. Populus tremula – Τρέμουσα Λεύκη
14. Prunus sp. (κυρίως Prunus cocomilia, Κορομηλιά)
15. Alnus glutinosa - Σκλήθρο
Από αυτά, ο Άρκευθος (1) και το Σφενδάμι (2) συμμετέχουν στα περισσότερα δάση: ο Άρκευθος στα πλέον ξηρά, συνήθως μαζί με την Πεύκη ή τη Δρυ, το Σφενδάμι στα πλέον υγρά. Ο Άρκευθος επίσης είναι βασικό είδος κατά τη δάσωση των εγκαταλελειμμένων λιβαδιών. Ο Γάβρος (3) και λιγότερο η Οστρυά (4) συμμετέχουν μαζικά στα δρυοδάση, ο πρώτος σε κάποιες θέσεις σε ποσοστό συγκρίσιμο με των δρυών. Η Φτελιά (6) και ο Φράξος (11) συμμετέχουν σε μικρότερη βαθμό σε διάφορες ενώσεις, κυρίως ώριμες και σχετικά υγρές, ενώ ο Κράταιγος (8) εμφανίζεται κυρίως στη δάσωση των ορεινότερων λιβαδιών. Η Γιδοϊτιά (4) και η Τρέμουσα Λεύκη (12) εμφανίζονται συστηματικά στην αναγέννηση των καμένων εκτάσεων. Τα υπόλοιπα είδη εμφανίζονται σποραδικά.
Λιβάδι που δασώνεται με Πεύκη (ύψωμα Αγίας Παρασκευής, Κοτύλη). Στο βάθος οι Αρένες
Οικολογία
Όσο αφορά το υψόμετρο, τα δάση φτάνουν ως τα 2.000 μέτρα, ενώ οι διαφορετικές ενώσεις κλιμακώνονται σαφώς κατά υψόμετρο, με την εξής σειρά (από τα χαμηλότερα στα υψηλότερα):
1. Δρυς
2. Δρυς – Μ. Πεύκη
3. Δρυς – Οξιά
4. Μ. Πεύκη
5. Λοιπά Φυλλοβόλα
6. Ελάτη – Μ. Πεύκη
7. Οξιά – Μ. Πεύκη
8. Ελάτη
9. Οξιά – Ελάτη
10. Οξιά
Πανοραμική φωτογραφία, όπου διακρίνονται οι ζώνες των δασών: χαμηλά δάσος Δρυός, στη μέση πάνω από χωριά Πευκόφυτο και Χρυσή δάσος Μαύρης Πεύκης και ψηλότερα, κάτω από τις Αρένες δάσος Οξιάς
Αναλυτικότερα:
- Η αμιγής Δρυς ξεκινά από τις χαμηλότερες διαθέσιμες εκτάσεις, στα 800 μ., κορυφώνει την παρουσία της στα 1.100 μ. και εξαφανίζεται σχετικά απότομα μετά τα 1.300 (υψηλότερη καταγραφή στα 1.390). Το πρότυπο αυτό δεν αλλάζει στο χρόνο.
- Οι μίξεις της Δρυός με την Μ. Πεύκη έχουν παρόμοια κατανομή με μέγιστο στα 1.100 μ., αλλά φαίνεται να φτάνουν και λίγο ψηλότερα (υψηλότερη καταγραφή στα 1.467).
- Οι -λίγες- μίξεις της Δρυός με την Οξιά, βρίσκονται εξολοκλήρου εντός της ζώνης κατανομής της Δρυός, αν και στο υψηλότερο τμήμα της (1.000-1.400, με μέγιστο στα 1.300). Φαίνεται ότι οι μίξεις αυτές σχηματίζονται στη ζώνη της Δρυός, εκεί που η Οξιά βρει ευνοϊκές θέσεις για τη δική της εξάπλωση.
- Η αμιγής Μ. Πεύκη έχει μια σχετικά πιο ευρεία και ισορροπημένη κατανομή, από τα 800 ως τα 1.700 μ. Η κορύφωση γίνεται στα 1.300, αλλά δεν είναι τόσο απότομη.
- Τα Λοιπά Φυλλοβόλα βρίσκονται εντός της κατανομής της Μ. Πεύκης. Άλλωστε όπως σημειώθηκε, στην περίπτωση τουλάχιστον του 2015 πρόκειται για αναδασωμένες εκτάσεις της πυρκαγιάς του 2007, οι οποίες ήταν καλυμμένες κυρίως με Πεύκη (βλ. παρακάτω).
- Οι μίξεις Ελάτης – Μ. Πεύκης εντοπίζονται σε ένα σχετικά στενό φάσμα στο άνω τμήμα της κατανομής της Μ. Πεύκης, στα 1.100-1.600 μ., με μέγιστο τα 1.400.
- Οι μίξεις Οξιάς – Μ. Πεύκης αναπτύσσονται επίσης στο υψηλότερο τμήμα της κατανομής της Πεύκης, αλλά φτάνουν υψηλότερα, ως κοντά στα 2.000 μ. (υψηλότερη στα 1.989).
- Η αμιγής Ελάτη έχει την πιο στενή κατανομή, από τα 1.400 ως τα 1.700 μ., όπου κάνει το μέγιστο και ξαφνικά σταματά.
- Η μίξη της Οξιάς με την Ελάτη έχει ευρύτερη κατανομή, 1.200-1.800 μ., με μέγιστο στα 1.600.
- Η Οξιά έχει την πιο χαρακτηριστική κατανομή, με την πιο οξύληκτη καμπύλη: ξεκινά με μηδαμινά ποσοστά από τα 1.100, ανεβαίνει απότομα από τα 1.400, κορυφώνει χαρακτηριστικά στα 1.800, όπου καταλαμβάνει το 71% της σχετικής ζώνης και φτάνει ως τα 1.900 (υψηλότερη καταγραφή 1.984).
Η παραπάνω σειρά είναι αναμενόμενη και χωρίς αντιφάσεις, αφού η κατανομή των μεικτών δασών σε όλες τις περιπτώσεις πέφτει ανάμεσα στις κατανομές των αντίστοιχων αμιγών δασών (πχ η κατανομή της Δρυός – Πεύκης ανάμεσα στην κατανομή της Δρυός και στην κατανομή της Πεύκης κοκ). Επίσης, παραμένει αμετάβλητη από το 1945 ως το 2015. Σχηματίζονται με σχετική σαφήνεια οι εξής ζώνες:
- Η ζώνη της Δρυός, η οποία περιλαμβάνει τα δάση αμιγούς Δρυός και τις μίξεις της με τα άλλα είδη (Μ. Πεύκη, Οξιά, Ελάτη. Η ζώνη αυτή αναπτύσσεται στα 800-1.300 μ.
- Η ζώνη της Οξιάς, η οποία περιλαμβάνει αντίστοιχα την Οξιά και τις μίξεις της με την Μ. Πεύκη και την Ελάτη (οι λίγες μίξεις με τη Δρυ ανήκουν στη ζώνη της Δρυός). Η ζώνη αυτή ξεκινά από τα 1.300 και κυριαρχεί από τα 1.400 ως τα 2.000 μ.
- Ανάμεσά στις δύο ζώνες, αναπτύσσεται η αμιγής Πεύκη και η μίξη της με Ελάτη. Η ευρεία αυτή ζώνη, που πιάνει από τα 800-1.700 αλληλοκαλύπτεται με τις άλλες δύο. Η κορύφωσή της γίνεται στα 1.300 μ., ακριβώς δηλαδή στο ίδιο σημείο που η Δρυς δίνει τη θέση της στην Οξιά.
Τα δάση συνολικά φτάνουν λίγο κάτω από τα 2.000 μ. Τα ψηλότερα δάση, πάνω από τα 1.900, αποτελούνται είτε από αμιγή Οξιά, είτε από μίξη Οξιάς – Μ. Πεύκης. Στα 2.000 μ. λοιπόν σχηματίζονται με σαφήνεια τα σχετικά δασοόρια της περιοχής μας.
Τελικά, η σχέση ανάμεσα στις υπόλοιπες κατηγορίες κάλυψης/χρήσης γης και το υψόμετρο, αφορά κυρίως την ιστορία της περιοχής και για αυτό αλλάζει σημαντικά στο χρόνο. Η σχέση όμως ανάμεσα στους βασικούς τύπους δασικής βλάστησης και το υψόμετρο αφορά την ιδιαίτερη οικολογία των τεσσάρων βασικών ειδών και για αυτό παραμένει σταθερή στο χρόνο. Από τη σκοπιά αυτή, είναι πιο χρήσιμο να συσχετίσουμε το υψόμετρο (και στη συνέχεια τις υπόλοιπες περιβαλλοντικές παραμέτρους) όχι με την κατηγορία κάλυψης, αλλά με τη σχετική αφθονία των τεσσάρων βασικών ειδών. Προέκυψε έτσι το παρακάτω διάγραμμα.
Σχετική αφθονία των 4 βασικών ειδών, σε σχέση με το υψόμετρο
Η Ελάτη ξεκινά να απαντάται συστηματικά στην περιοχή από το ίδιο περίπου υψόμετρο με την Οξιά, δηλαδή τα 1.100 μ. Συναντά το μέγιστο της στα 1.600 μ. και μετά, σε αντίθεση με την Οξιά, μειώνεται απότομα. Η σποραδική παρουσία της στα μεγαλύτερα υψόμετρα (1.800 – 2.000) υποδεινύει ότι μπορεί να επιβιώσει κι εκεί, έχει όμως σαφώς ανταγωνιστικό μειονέκτημα σε σχέση με την Οξιά, η οποία, όπως περιγράφεται αναλυτικά στην αντίστοιχη σελίδα, σχηματίζει τα δασοόρια της περιοχής.
Όσο αφορά την έκθεση, τον προσανατολισμό δηλαδή κάθε πλαγιάς, τα δάση της περιοχής δείχνουν σαφή προτίμηση στις βόρειες (και πιο υγρές) εκθέσεις και υποεκπροσωπούνται στις νότιες. Σε σχέση με την κάλυψη, τα πιο πυκνά δάση εμφανίζονται επίσης στις βόρειες εκθέσεις και τα πιο αραιά στις νότιες.
Ενδιαφέρον έχει η κατανομή των 4 κύριων ειδών. Όπως και στο υψόμετρο, επειδή η περιοχή δεν είναι ισότιμα μοιρασμένη στις 4 εκθέσεις, ο πίνακας και το διάγραμμα προέκυψε μοιράζοντας τις δασωμένες εκτάσεις κάθε εκτάσεις στα 4 είδη.
Σχετική αφθονία των 4 βασικών ειδών, σε σχέση με την έκθεση
Όπως φαίνεται, η Οξιά κι η Ελάτη ακολουθούν το ίδιο πρότυπο, με εντονότερη παρουσία στα Βόρεια και τα ανατολικά, μετά στα δυτικά και τέλος στα νότια. Η Δρυς αντίθετα υποεκπροσωπείται σαφώς στα βόρεια και ανατολικά και προτιμά τα νότια και τα δυτικά. Η Πεύκη παρουσιάζει μικρότερες διαφοροποιήσεις, με μεγαλύτερη παρουσία στα νότια και χαμηλότερη στα βόρεια.
Η περιοχή χαρακτηρίζεται γενικά από έντονες κλίσεις, οι οποίες καθορίζουν ως ένα βαθμό και τη βλάστηση. Οι μεγαλύτερες κλίσεις απαντώνται κατά το αναμενόμενο στα μεγαλύτερα υψόμετρα, κοντά στις κορυφές των Αρένων και του Πύργου, αλλά και χαμηλότερα, ειδικά στις διαβρώσεις και τους γκρεμούς στη ζώνη γύρω από τα 1000 μ.
Για να εξετάσουμε τη σχέση βλάστησης και κλίσης αξιοποιώντας τα δεδομένα της φωτομετρίας, μετρήθηκε σε κάθε πολύγωνο η μέγιστη, η ελάχιστη και η μέση κλίση σε ποσοστό (μήκος προς ύψος, δηλ. 100% αντιστοιχεί σε 45ο γωνία). Η μέση κλίση κυμαίνεται από 0-190%. Βλέπουμε ότι τα δάση περιορίζονται ουσιαστικά ως τα πολύγωνα με μέση κλίση 140%. Μετά, εξαφανίζονται απότομα και δίνουν τη θέση τους αποκλειστικά σε λιθώνες.
Τέλος, σε σχέση με το γεωλογικό υπόβαθρο, δεν διαφάνηκαν τόσο καθαρές σχέσεις. Φαίνεται όμως ότι οι δασικές εκτάσεις έχουν την τάση να υπερεκπροσωπούνται στις σχιστοκερατοψαμμιτικές διαπλάσεις, ενώ υποεκπροσωπούνται σημαντικά στους ασβεστόλιθους.
Η παλιότερη ιστορία των δασών της περιοχής
Η παλυνολογική μελέτη που πραγματοποιήσαμε, μας έδωσε μια εικόνα για την πορεία των δασών της περιοχής στο βαθύτερο παρελθόν, δηλαδή τα τελευταία 16.000 χρόνια. Συνοψίζοντας τις διαφοροποιήσεις της βλάστησης στο χρόνο και τις πιθανές αίτιές αυτών μπορούμε να δώσουμε μια συνολική εικόνα για την ιστορία της:
Α. Τελική Παγετώδης Περίοδος 15,8-11,7 χιλιετίες ΒΡ (δηλ. πριν τη σημερινή εποχή)
1. Oldest Dryas (15,8-15,1 χιλιετίες ΒΡ). Δασοόρια αρκετές εκατοντάδες μέτρα χαμηλότερα. Κυρίαρχο στοιχειό της δασικής βλάστησης η Πεύκη, ακολουθουμένη από τις φυλλοβολές δρύες και την ελάτη.Γ
2. Bølling/Older Dryas (15,1-13,9 χιλιετίες ΒΡ). Νέα εξάπλωση της πεύκης ακολουθούμενη από μικρότερη πτώση. Στη φάση αυτή τη ζώνη των δασοορίων διαμορφώνουν η Πεύκη, η Ελάτη και η Οξιά, η τελευταία με παρουσία συστάδων.ε
3. Allerød/Younger Dryas (13,9-11,7 χιλιετίες ΒΡ). Τα στοιχεία της δασικής βλάστησης δείχνουν εικόνα προοδευτικής εξάπλωσης με διαδοχικές αυξήσεις και υποχωρήσεις οφειλόμενες στις διακυμάνσεις θερμοκρασίας / υγρασίας. Προς το τέλος της Younger Dryas ένα σύντομο θερμό και υγρό επεισόδιο απεικονίζεται με την αύξηση των βασικών τύπων δασικής βλάστησης (Ελάτη, Πεύκη, Οξιά, Δρύες).
Β. Πρώιμη Ολόκαινος (eHOL) 11.7-8.2 χιλιετίες ΒΡ
4. α) Ραγδαία αύξηση των φυλλοβόλων δρυοδασών συνοδευόμενη από τη συνεχή παρουσία των στοιχείων μίξης (κατά́ φθίνουσα σειρά τελικής παρουσίας, οστριά / γαύρος ανατολικός πλάτανος, σφενδάμι, φράξος, φιλύρα, λεπτοκαρυά).
β) Η Ελάτη εξαπλώνεται ανεβάζοντας τα δασοόρια ενώ οι θάμνοι αρκεύθου αντικαθιστούν την ποώδη βλάστηση των ανώτερων υψομέτρων. Οι ξηρές συνθήκες της περιόδου οδηγούν σε υποχώρηση της Ελατής (9.2-8.2 χιλιετίες ΒΡ). Σύντομα υγρά θερμά επεισόδια προκαλούν προσωρινή εξάπλωση της Οξιάς στα δασοόρια.νι
Γ. Μέση- Νεότερη Ολόκαινος (m-l HOL) 8.2 χιλιετίες ΒΡ- σήμερακό 5
5. α) Η περίοδος αρχίζει με την Ελάτη να διαμορφώνει τα δασοόρια που πλέον βρίσκονται κοντά στα σημερινά.
β) Η Οξιά, συστατικό στοιχειό της ζώνης της Ελατής, μαζί με τον γαύρο, ο οποίος άρχισε να επεκτείνεται λίγο νωρίτερα, εκτοπίζει την Ελάτη και λίγο μετά (3.5 χιλιετίες ΒΡ) διαμορφώνει τα δασοόρια.
γ) Στη ζώνη των φυλλοβόλων δρυών οι όστρια/ανατολικός γαύρος εξαπλώνονται συνέπεια κλιματικών συνθηκών αλλά και ανθρωπογενών επεμβάσεων σε μια περιοχή δεκάδων χιλιομέτρων.
δ) Η κτηνοτροφική δραστηριότητα μετακινουμένων, κυρίως, κτηνοτρόφων, καταγράφεται στα τελευταία 1200 χρόνια του διαγράμματος και μαζί της οι επιπτώσεις στα δάση Οξιάς και φυλλοβόλων δρυών κυρίως, που λειτουργούν ως πηγές τροφής των ζώων βοσκής τη χειμερινή περίοδο.
Μια χαρακτηριστική εικόνα της σύνθεσης των δασών της περιοχής: σε πρώτο πλάνο, δάση Μαύρης Πεύκης, απέναντι λιβάδια που δασώνονται κυρίως με Μ. Πεύκη και συστάδες Δρυός, στις απέναντι πλαγιές μεικτό δάσος Δρυός - Μ. Πεύκης και στις -πιο υγρές- χαράδρες Οξιάς και τέλος στη ζώνη πάνω από τον γκρεμό μικτό δάσος Οξιάς - Ελάτης - Μ. Πεύκης (πλαγιές Κοτύλης)
Αλλαγές στο διάστημα 1945 – 2015
Συνοπτικά, συγκρίνοντας τα αποτελέσματα της φωτοερμηνείας των α/φ του 1945 με του 2015, προκύπτει το παρακάτω διάγραμμα Sankey (οι τιμές για το 1970 είναι ενδιάμεσες σε όλες τις κατηγορίες, σε αναμενόμενο εύρος και δεν προσφέρουν κάποιο επιπλέον στοιχείο):
Όπως φαίνεται, τις μεγαλύτερες αλλαγές τις υφίστανται οι ανοιχτές εκτάσεις που δασώνονται. Από τις ήδη δασωμένες εκτάσεις, τις μεγαλύτερες αλλαγές τις υφίστανται τα αμιγή δάση Μ. Πεύκης, τα οποία μπαίνουν σε πορεία διαδοχής, ενώ ταυτόχρονα υφίστανται και περισσότερες πιέσεις, όπως αυτές από την πυρκαγιά του 2007. Αν δούμε συνολικά τί συμβαίνει στις ανοιχτές εκτάσεις (λιβάδια, καλλιέργειες και λιθώνες του 1945), αυτές παραμένουν ανοικτές κατά 59% και δασώνονται κατά 38%. Στη διαδικασία αυτή κυριαρχεί η Πεύκη και οι μίξεις της με Οξιά και Δρυ.
Στο διάγραμμα γίνεται φανερό ότι στο τοπίο παρατηρείται ένα περίπλοκο πρότυπο μεταβάσεων από τον έναν τύπο κάλυψης γης στον άλλο. Ωστόσο υπάρχουν βασικά πρότυπα που αναδύονται. Οι καλλιέργειες αποτελούν τον βασικό τύπο που υφίσταται μεταβολή μεταξύ 1945 και 2015, και δευτερευόντως οι λιθώνες και οι λιβαδικές εκτάσεις, ενώ μια εκ των βασικών οδών μετάβασης που φαίνεται στο τοπίο, μέσω της εικόνας, είναι
καλλιέργειες->λιβάδια->Πεύκη->Οξιά-Πεύκη ή Δρυς-Πεύκη.
Τέλος, επιχειρώντας να συνδυάσουμε σε μία ποσότητα την αύξηση της έκτασης, της πυκνότητας και της ωριμότητας της δασικής βλάστησης στην περιοχή
- πολλαπλασιάσαμε κάθε έκταση με το βαθμό κάλυψης
- πολλαπλασιάσαμε το αποτέλεσμα με ένα συντελεστή 0,2 για τα πολύγωνα όπου τα δέντρα περιγράφονται ως νεαρά (και συντελεστή 1 στα ώριμα).
Προέκυψε έτσι ότι η δασική βλάστηση σχεδόν διπλασιάστηκε: από 3.451,1 ha το 1945 σε 6.741,6 ha το 2015, δηλαδή μία αύξηση κατά 95,35%.
Τάσεις διαδοχής
Η Μαύρη Πεύκη αποτελεί το κατ’ εξοχή πρόσκοπο ή πρόδρομο είδος στην περιοχή, το είδος δηλαδή που θα αποικίσει πρώτο γυμνές εκτάσεις. Πράγματι, τα δεδομένα από τη φωτοερμηνεία δείχνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος των λιβαδικών ή καλλιεργούμενων εκτάσεων του 1945 που εγκαταλείφθηκαν και δασώθηκαν, καλύφθηκαν με αμιγή δάση Μ.Πεύκης ή ενώσεις της με Δρυ ή Οξιά.
Σύμφωνα με το κυρίαρχο σενάριο της διαδοχής, μετά την πρώτη εγκατάσταση της Μ. Πεύκης και την ωρίμανση των δέντρων της, καθώς η συγκόμωση των δέντρων σταδιακά κλείνει, αφήνοντας λιγοστό φως να φτάσει στο έδαφος, οι συνθήκες δεν ευνοούν τόσο την ανάπτυξη των νέων δενδρυλλίων της Πεύκης, όσο των πιο σκιανθεκτικών ειδών, δηλαδή της Δρυός (στα χαμηλά) και της Οξιάς και της Ελάτης στα υψηλότερα. Συνεπώς, αναμένουμε τα δάση Πεύκης να τα διαδέχονται σταδιακά μικτά δάση και στη συνέχεια δάση Δρυός ή Οξιάς, τα οποία και, σύμφωνα με την παραδοσιακή οικολογία, αποτελούν την λεγόμενη κοινότητα "climax", την κατάσταση δηλαδή στην οποία θα τείνουν τα δάση, αν μείνουν ανεπηρέαστα και αδιατάρρακτα. Πράγματι, η μετάβαση:
Ανοικτές εκτάσεις -> Δάση Μ. Πεύκης -> μίξη Μ. Πεύκης και Δρυός ή Οξιάς,
αποτελεί, σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα της φωτοερμηνείας, βασικό μονοπάτι μετάβασης στην περιοχή.
Αντίστοιχα συμπεράσματα προκύπτουν και από την επιτόπια έρευνα που πραγματοποιήσαμε, με στόχο την καταγραφή των νέων δενδρυλλίων, σε σχέση με τον κυρίαρχο δασικό τύπο (βλ. αναλυτικά Παραδοτέο 4.3, κεφ. 6). Η Μ. Πεύκη αναπαράγεται με μεγάλους αριθμούς δενδρυλλίων, όσο όμως το δάσος πυκνώνει ή/και τα δενδρύλλια αυτά μεγαλώνουν, η σχετική τους σημασία μειώνεται. Έτσι, ενώ η Μ. Πεύκη καταλαμβάνει το 36% της σχετικής πυκνότητας στις επιφάνειες που εξετάσαμε, διαθέτει το 30% των μικρών και μόνο το 16% των δενδρυλλίων. Η αναπαραγωγή της φαίνεται ότι μειώνεται σημαντικά όταν η σχετική πυκνότητα ξεπερνά περίπου το 60%. Παρόλα αυτά, ακόμα και τα πιο πυκνά δάση παρουσιάζουν διάκενα, ακόμα και πολύ μικρά στις διαστάσεις ενός μεγάλου δέντρου που χάθηκε πχ, αφήνοντας χώρο στην αναπαραγωγή της Μ. Πεύκης.
Οι πιο σύγχρονες προσεγγίσεις ωστόσο μας προειδοποιούν ότι η πορεία αυτή δεν είναι τόσο γραμμική και πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως τάση, παρά ως νόμος. Και όντως, στην περιοχή παρατηρούμε περιπτώσεις και σχέσεις διαδοχής σαφώς πιο περίπλοκές.
- Η Μ. Πεύκης φαίνεται να έχει μια καθαρή σχέση διαδοχής με την Οξιά και την Ελάτη, καθώς τα τελευταία αυτά είδη διαδέχονται σαφώς την πρώτη στα μικτά, ή ακόμα και τα αμιγή δάση της.
Χαρακτηριστική εικόνα διαδοχής της Πεύκης από την Οξιά και την Ελάτη
- Η σχέση όμως με την Δρυ φαίνεται ότι είναι πιο περίπλοκη. Η δρυς είναι σχετικά πιο σκιόφιλη από την Μ. Πεύκη, οπότε έχει την τάση να αναπαράγεται σχετικά εύκολα στον υποόροφο ενός δάσους Μ. Πεύκης, τείνοντας έτσι μελλοντικά να την υποκαταστήσει. Αντίστροφα όμως, και η Μ. Πεύκη έχει την τάση να εισχωρεί στις εκτάσεις όπου κυριαρχεί ήδη η Δρυς (με τη λεγόμενη "πλαγιοσπορά", όπως ονομάζεται από τη δασολογία), εκμεταλλευόμενη ειδικά τα μικρά κενά που αφήνουν οι δρυς. Ποια από τις δύο τάσεις θα κυριαρχήσει, εξαρτάται από την ιδιαίτερη δομή του δάσους σε κάθε συγκεκριμένη θέση - αν για παράδειγμα ένα δρυοδάσος έχει πολλά κενά αφήνει χώρο στην πεύκη, ενώ ένα πυκνό πευκοδάσος προετοιμάζει καλύτερα το έδαφος για την δρυ. Καθώς η περιοχή μας -κάτι που ισχύει γενικά για την ελληνικό ορεινό χώρο- χάρη στην ιδιαίτερη ιστορία της βλάστησης και της ανθρώπινης παρουσίας, αποτελείται από ένα εξαιρετικά περίπλοκο μωσαϊκό θέσεων, καμία από τις δύο τάσεις δεν φαίνεται να κυριαρχεί με σαφή τρόπο, τουλάχιστον στο διάστημα 1945 - 2015 που εξετάσαμε αναλυτικά. Έτσι, ο βαθμός κυριαρχίας στα μεικτά δάση Δρυός – Μ. Πεύκης δεν φάνηκε να αλλάζει με τρόπο συστηματικό και σημαντικό (βλ. αναλυτικά Παραδοτέο 7, κεφ. 4).
- Ενώ υποθέτουμε ότι η κυριαρχία της Μ. Πεύκης είναι μεταβατική, σε τμήματα της περιοχής και ειδικά στα βόρειο-δυτικά, πάνω από τον Μυροβλήτη απαντώνται αμιγή δάση Μ. Πεύκης μεγάλης ηλικίας, τα οποία δεν δείχνουν καμία τάση διαδοχής, δεν έχουν δηλαδή παρά ελάχιστα δενδρύλλια άλλων ειδών. Στο ίδιο πνεύμα, τα δεδομένα της παλυνολογίας δείχνουν μια μόνιμη παρουσία της Μ. Πεύκης στην περιοχή, η οποία μάλλον δεν συνδέεται με την ένταση των πιθανών διαταραχών. Εξάλλου, τρέχοντας το μοντέλο Landis στο μακροπρόθεσμο μέλλον (900 χρόνια) χωρίς διαταραχές, φαίνεται ότι η παρουσία της Πεύκης περιορίζεται σε μια στενή ζώνη ανάμεσα στη Δρυ και την Οξιά, αλλά σε κάθε περίπτωση διατηρείται. Οι ενδείξεις αυτές υποδεικνύουν ότι η Πεύκη δεν έχει μόνο μεταβατικό χαρακτήρα, αλλά μπορεί κατά περίπτωση να είναι και η τελική κοινότητα σε τμήματα της περιοχής.
Τέλος, ενώ η Μ. Πεύκη αποδείχθηκε ότι υπήρξε το σημαντικότερο πρόσκοπο είδος για την αποίκιση των γυμνών εγκαταλελειμμένων εκτάσεων αγροτικής προέλευσης (καλλιέργειες και λιβάδια), δεν συνέβη το ίδιο με τις εκτάσεις που κάηκαν στην πυρκαγιά του 2007. Οι εκτάσεις αυτές καλυπτόταν σε μεγάλο ποσοστό από Μ. Πεύκη (βλ. αντίστοιχη σελίδα). Μετά την πυρκαγιά, ξεκίνησαν γρήγορα να δασώνονται. Ο ρόλος όμως της Μ. Πεύκης στη δάσωση αυτών των γυμνών εκτάσεων περιορίστηκε περίπου στο 30%, με το μεγαλύτερο μέρος να καταλαμβάνεται από δύο άλλα πρόσκοπα και μάλιστα φυλλοβόλα είδη, την Γιδοϊτιά (Salix caprea) και την Τρεμώδη Λεύκη (Populus tremula). Ο λόγος για αυτή τη διαφοροποίηση δεν είναι σαφής. Μια πιιθανή ερμηνεία έχει να κάνει με τη συγκεκριμένη ιστορία της κάθε έκτασης. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι λιβαδικές εκτάσεις εγκαταλείφθηκαν σταδιακά από τη βόσκηση. Η σταδιακά μειούμενη βόσκηση συνέχισε για κάποια χρόνια να ασκεί επιλεκτική πίεση στη διαδικασία αναδάσωσης, καταστρέφοντας κατά προτεραιότητα τα φυλλοβόλα είδη και αφήνοντας χώρο στην Πεύκη. Στις καμένες εκτάσεις μια τέτοια πίεση δεν υπήρξε, οπότε και τα τρία πρόσκοπα είδη, τα δύο φυλλοβόλα και η Πεύκη, συμμετείχαν απρόσκοπτα στην αποίκιση.
Τυπικό μικτό δάσος της περιοχής με Οξιά, Μ. Πεύκη κι Ελάτη
Περισσότερα
Κωνσταντίνου Σωτήρης, Αντωνιάδου Σ., Νικήσιανης Ν., Παλάσκας Δ.,. 2020. Έκθεση μελέτης χλωρίδας και πανίδας - Μελέτη της Βλάστησης μέσω φωτοερμηνείας αεροφωτογραφιών.
Παραδοτέο 4 – Τεύχος 1. 143 Σελίδες
https://ecotimemachine.gr/wp-content/uploads/2022/03/Del4/Del2_Tefxos1_%20photoermineia.pdf
Νικήσιανης Ν., Αντωνιάδου Σ.,. Τσιάρας Δ., 2020. Έκθεση μελέτης χλωρίδας και πανίδας - Μελέτη της Βλάστησης μέσω των Διαχειριστικών Μελετών. Παραδοτέο 4 – Τεύχος 2. 40 Σελίδες + Παραρτήματα
https://ecotimemachine.gr/wp-content/uploads/2022/03/Del4/Del2_Tefxos1_%20photoermineia.pdf
Πουλής Γ., Νικήσιανης Ν., Τσιάρας Δ.,. Κωνσταντίνου Δ., 2020. Έκθεση μελέτης χλωρίδας και πανίδας - Μελέτη της Βλάστησης μέσω Επιτόπιας Έρευνας. Παραδοτέο 4 – Τεύχος 3. 76 Σελίδες
https://ecotimemachine.gr/wp-content/uploads/2022/03/Del4/Del2_Tefxos3_epitopia.pdf
Παναγιωτίδης Σ., Συροπούλου Ε., Μαυρίδου Α., 2020. Παλυνολογική Μελέτη. Παραδοτέο 5. 17 Σελίδες + Παραρτήματα
https://ecotimemachine.gr/wp-content/uploads/2022/03/Del_5.pdf
Αγγελόπουλος Γ., Γελάνη Ε., Σαρικούδη Γ., 2020. Έκθεση μελέτης πολιτισμικής κατασκευής του τοπίου. Παραδοτέο 6. 19 Σελίδες + Παραρτήματα
https://ecotimemachine.gr/wp-content/uploads/2022/03/Del_6.pdf
Νικήσιανης Ν., Παλάσκας Δ., Αντωνιάδου Σ., Νούσκα Π., Μπάντιου Ε., Τσιάρας Δ.,. Κωνσταντίνου Δ., Πουλής Γ., 2020. Χαρτογράφηση, επεξεργασία & ερμηνεία αποτελεσμάτων. Παραδοτέο 7. 151 Σελίδες + Παράρτημα
https://ecotimemachine.gr/wp-content/uploads/2022/03/Del7_ekthesi.pdf
Νικήσιανης Ν., Τουλούμης Κ., Παλάσκας Δ., Αντωνιάδου Σ., Νούσκα Π., Τσιάρας Δ.,. Κωνσταντίνου Δ., Πουλής Γ., 2022. Έκθεση παραμετροποίησης. Παραδοτέο 12. 82 Σελίδες