Μικτά δάση Δρυός - Μ. Πεύκης
Οι μίξεις Δρυός και Μ. Πεύκης εντοπίζονται σε υψόμετρα 800-1.400 μ., με μικρές συστάδες να φτάνουν ως τα 1.460. Σήμερα φτάνουν τα 1.194 Ha ή το 11% της περιοχής, 2ο μεγαλύτερο ποσοστό μετά από αυτό της αμιγούς Μ. Πεύκης. Η μέση κάλυψη στα δάση αυτά είναι πολύ ψηλή και φτάνει το 82,5%, ενώ στο 98% χαρακτηρίζονται ως ώριμα. Ο βαθμός κυριαρχίας εκτιμήθηκε κοντά στο 45%, δηλαδή η Δρυς και η Πεύκη μοιράζονται τις εκτάσεις αυτές σχετικά ισότιμα. Σήμερα καταγράφονται κυρίως κατά μήκος της κοιλάδας του Σαραντάπορου, σε χαμηλές εγκαταλελειμμένες εκτάσεις.
Όσο αφορά τις χρήσεις, σήμερα οι συστάδες αυτές υλοτομούνται κανονικά, σύμφωνα με τις Διαχειριστικές Μελέτες. Ενδεικτικά, στις υλοτομήσεις της πρόσφατης δεκαετίες, η Δρυς συνεισφέρει περίπου το 13%, ποσοστό λίγο μεγαλύτερο από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού όγκου ξυλείας που εκτιμήθηκε ότι καταλαμβάνει (9%). Σύμφωνα με τις μελέτες, η υλοτόμηση στις περιοχές της Δρυός επιδιώκει να εξασφαλίσει την επιβίωση ή και την εξάπλωση της Μ. Πεύκης, μέσω της αραίωσης και της διευκόλυνσης της πλαγιοσποράς. Η ξυλεία της Δρυός κατευθύνεται σχεδόν αποκλειστικά για καυσόξυλα, συμπεριλαμβανομένων και των ατομικών αναγκών των κατοίκων της περιοχής (βλ. αναλυτικά Παραδοτέο 7, κεφ. 7).
Τάσεις διαδοχής
Στην ζώνη ως τα 1.100 μέτρα, η δρυς σχηματίζει τον κυρίαρχο δασικό τύπο. Σύμφωνα με την παραδοσιακή οικολογία, στον τύπο αυτό, την λεγόμενη κοινότητα "climax", θα τείνουν τα δάση, αν μείνουν ανεπηρέαστα και αδιατάρρακτα. Οι πιο σύγχρονες προσεγγίσεις ωστόσο, μας προειδοποιούν ότι η πορεία αυτή δεν είναι τόσο γραμμική και πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως τάση, παρά ως νόμος.
Στην περιοχή μας για παράδειγμα, πράγματι, η δρυς είναι σχετικά πιο σκιόφιλη από την Μ. Πεύκη, οπότε έχει την τάση να αναπαράγεται σχετικά εύκολα στον υποόροφο ενός δάσους Μ. Πεύκης, τείνοντας έτσι μελλοντικά να την υποκαταστήσει. Αντίστροφα όμως, και η Μ. Πεύκη έχει την τάση να εισχωρεί στις εκτάσεις όπου κυριαρχεί ήδη η Δρυς (με τη λεγόμενη "πλαγιοσπορά", όπως ονομάζεται από τη δασολογία), εκμεταλλευόμενη ειδικά τα μικρά κενά που αφήνουν οι δρυς. Ποια από τις δύο τάσεις θα κυριαρχήσει, εξαρτάται από την ιδιαίτερη δομή του δάσους σε κάθε συγκεκριμένη θέση - αν για παράδειγμα ένα δρυοδάσος έχει πολλά κενά αφήνει χώρο στην πεύκη, ενώ ένα πυκνό πευκοδάσος προετοιμάζει καλύτερα το έδαφος για την δρυ.
Τυπική περίπτωση διαδοχής, όπου τα νεαρά δενδρύλλια δρυός κυριαρχούν στον υποόροφο της Μ. Πεύκης
Καθώς η περιοχή μας -κάτι που ισχύει γενικά για την ελληνικό ορεινό χώρο- χάρη στην ιδιαίτερη ιστορία της βλάστησης και της ανθρώπινης παρουσίας, αποτελείται από ένα εξαιρετικά περίπλοκο μωσαϊκό θέσεων, καμία από τις δύο τάσεις δεν φαίνεται να κυριαρχεί με σαφή τρόπο, τουλάχιστον στο διάστημα 1945 - 2015 που εξετάσαμε αναλυτικά. Έτσι, ο βαθμός κυριαρχίας στα μεικτά δάση Δρυός – Μ. Πεύκης δεν φάνηκε να αλλάζει με τρόπο συστηματικό και σημαντικό (βλ. αναλυτικά Παραδοτέο 7, κεφ. 4).
Αλλαγές στο διάστημα 1945 - 2015
Στο πρόσφατο διάστημα που εξετάστηκε αναλυτικά μέσω της φωτοερμηνείας των αεροφωτογραφιών από το 1945 ως το 2015, τα δάση της δρυός καταλαμβάνουν μια σχετικά σταθερή ζώνη, η οποία, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, αναπτύσσεται από τα χαμηλότερα υψόμετρα της περιοχής (800 μ.) ως τα 1.300 περίπου, ενώ λίγες εκτάσεις με μίξη δρυός – πεύκης ή οξιάς να καταγράφηκαν και σε ψηλότερες θέσεις, ως τα 1450.
Συνολικά, τα δάση αυτά αυξήθηκαν σημαντικά το διάστημα 1945 – 2015: από τα 1.879 στα 2.285 Ha, δηλαδή κατά 21,6%. Σήμερα τα δάση αυτά καλύπτουν το 21,2% της περιοχής. Σημαντικά επίσης αυξήθηκε ο βαθμός κάλυψης εντός αυτών των δασών, οπότε η συνολική αύξηση της δασοκάλυψης είναι πολύ μεγαλύτερη (βλ. παρακάτω ανά κατηγορία). Η αύξηση αυτή είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη στη ζώνη της οξιάς (βλ. παρακάτω), αφού στη ζώνη αυτή εντοπίζονταν οι περισσότερες δραστηριότητες που εγκαταλείφθηκαν.
Ειδικότερα, τα μικτά δάση Δρυός – Μ. Πεύκης – Δρυός αποτελούν μια συνηθισμένη στην περιοχή πορεία δάσωσης ανοιχτών εκτάσεων, για αυτό και παρουσιάζουν σχετικά μεγάλη αύξηση της τελευταίες δεκαετίες, κατά 35%. Το ποσοστό κάλυψης αυξάνει της σημαντικά, από 51% σε 82,5%.
Πέρα από τα δάση που διατήρησαν αυτό το χαρακτήρα από το 1945 ως το 2015, ένα σημαντικό μέρος της προέρχεται από αμιγή δάση πεύκης στα οποία αναπτύχθηκε η δρυς (5%) και από τη δάσωση λιβαδιών και εγκαταλελειμμένων εκτάσεων (23%). Τα δάση αυτά είναι προφανώς σχετικά λιγότερο ώριμα και πυκνά, με την κάλυψη να περιορίζεται στο 76%.
Συστάδες Δρυός – Μ. Πεύκης το 2015 (1:2.000)
Η ίδια περιοχή το 1945, καλύπτεται από αραιή Μ. Πεύκη
Για αναλυτικότερες πληροφορίες για τη δρυ και τις ενώσεις της βλ. την αντίστοιχη σελίδα. Περισσότερα για την Μαύρη Πεύκη και τα δάση της στην αντίστοιχη σελίδα